- Home
- ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
- Έχασε με ψηλά τα χέρια η Ελλάδα από την Ιταλία (0-3)
Έχασε με ψηλά τα χέρια η Ελλάδα από την Ιταλία (0-3)
Η Εθνική Ελλάδας ήταν χαμένη μέσα στον αγωνιστικό χώρο και η Ιταλία χτύπησε με Μπαρέλα, Ινσίνιε και Μπονούτσι, για να «κλειδώσει» από το πρώτο ημίχρονο το τελικό 3-0. Καμία αντίδραση από τη «γαλανόλευκη», που έδειξε εντελώς αδιάβαστη.
Η Εθνική παρατάχθηκε με διάταξη 4-5-1 και τον Μπάρκα κάτω από τα δοκάρια, τον Ζέκα δεξιά στην άμυνα, τον Σταφυλίδη αριστερά και τον Παπασταθόπουλο με τον Μανωλά στο κέντρο της. Ο Σιόβας αγωνίστηκε μπροστά τους ως αμυντικό χαφ, ο Κουρμπέλης με τον Σάμαρη τον πλαισίωναν, ενώ ο Κολοβός αριστερά και ο Μασούρας δεξιά κάλυψαν τις πτέρυγες, με τον Φορτούνη στην κορυφή της επίθεσης.
Από την πλευρά του ο Ρομπέρτο Μαντσίνι έβαλε τον Σίριγκου στο τέρμα, τον Φλορέντσι δεξιά στην άμυνα, τον Έμερσον αριστερά και τους Μπονούτσι και Κιελίνι ως κεντρικό δίδυμο. Ο Ζορζίνιο με τον Μπαρέλα και τον Βεράτι έπαιξαν στο κέντρο και ο Κιέζα, ο Ινσίνιε και ο Μπελότι στην επίθεση, σε σύστημα 4-3-3.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 1’
Η Ιταλία δεν είχε τη σέντρα στο πρώτο ημίχρονο, αλλά έκτοτε δεν δυσκολεύτηκε ούτε να την πάρει στα πόδια της, ούτε να την κυκλοφορήσει. Εξαρχής είχε συντριπτική κατοχή, ενώ πίεζε ψηλά στα διαστήματα ελάχιστων δευτερολέπτων που η Ελλάδα προσπαθούσε να ελέγξει τον ρυθμό.
Ο Σιόβας έτρεχε παντού και χωρίς αποτέλεσμα μπροστά από τον Μανωλά και τον Παπασταθόπουλο, ενώ ο Βεράτι με τον Ινσίνιε με τον Έμερσον είχαν στήσει «φλιπεράκι» αριστερά, με τον Ζέκα να κάνει υπερπροσπάθεια να τους ακολουθήσει και τον Μασούρα να γυρίζει συνέχεια για να του προσφέρει βοήθεια.
Η προσπάθεια του Μπελότι (6’) και κεφαλιά του Κιελίνι (8’) δεν έγιναν απειλητικές για την ελληνική άμυνα, που ωστόσο επλήγη σύντομα και ανεπιστρεπτί.
Στο 24’ ο Μπελότι μπήκε στην περιοχή από αριστερά, προσπέρασε με κλειστή ντρίμπλα τον Μανωλά στο σπριντ και γύρισε παράλληλα, με τον αμαρκάριστο Μπαρέλα να ευστοχεί από τα 10 μέτρα με πλασέ και να δίνει το προβάδισμα στη «σκουάντρα ατζούρα».
Οι Ιταλοί εμπέδωσαν την κυριαρχία τους, που πλέον αποτυπώθηκε και στα μάτριξ του γηπέδου, ενώ οι Έλληνες διεθνείς αντιλήφθηκαν εμφατικά πως έχουν να ανέβουν έναν «Γολγοθά». Ο Φορτούνης ζήτησε και πήρε λίγο περισσότερο τη μπάλα, προκειμένου η Ελλάδα να κρατήσει τη μπάλα περισσότερο, από το ελάχιστο που είχε καταφέρει ως τότε.
Πριν καν πάντως δημιουργήσει τις υποψίες ευκαιρίες, με τον Μασούρα καλά κλεισμένο από δεξιά και τη μαχητικότητα του Κολοβού κόντρα σε Φλορέντσι και Μπονούτσι να μη φτάνει, ήρθε και δεύτερο τέρμα. Στο 30’ η ελληνική άμυνα έκανε σωρεία ατομικών λαθών, με τον Σταφυλίδη να χάνει τη μπάλα έξω από την ιταλική περιοχή, τις ελληνικές επιστροφές να είναι πολύ αργές συγκριτικά με το «ξεπέταγμα των Ινσίνιε και Κιέζα, τον Σάμαρη να μη βγαίνει αποφασιστικά στη διεκδίκηση με τον σταρ της Νάπολι κι εκείνον να βρίσκει τον χώρο μπροστά στον Μανωλά και να σκοράρει εντυπωσιακά, στέλνοντας με φάλτσα τη μπάλα στην αντίθετη γωνία του Μπάρκα για το 0-2.
Η απογοήτευση είχε εξαπλωθεί σε κάθε τετραγωνικό του ΟΑΚΑ. Η Ιταλία φάνηκε πως είχε έρθει στην Αθήνα για να κάνει επίδειξη ποιότητας και η Ελλάδα δεν μπορούσε να την ακολουθήσει σε τόσο υψηλό τέμπο. Η διαφορά με το πρώτο 15λεπτο, που τα παραπάνω είχαν ήδη γίνει αντιληπτά, ήταν πως πλέον η επίθεση των φιλοξενούμενων είχε πάρει…φωτιά.
Έχοντας καβαλήσει το «κύμα» που είχε δημιουργήσει, η Ιταλία έκανε το 0-3 στο 34’. Ο Έμερσον βρήκε χώρο από αριστερά, σέντραρε με ακρίβεια στο πρώτο δοκάρι και ο Μπονούτσι νίκησε στον αέρα τον Παπασταθόπουλο και με ωραία κεφαλιά ανέβασε τον δείκτη του σκορ, σηκώνοντας πολύ γρήγορα ξανά τους περίπου 200 Ιταλούς τιφόζι από τις θέσεις τους.
Η διακοπή του ημιχρόνου… λύτρωσε την ομάδα του Άγγελου Αναστασιάδη, που έγινε μόλις η τρίτη ομάδα, μετά τα Νησιά Φερόε (2) και το Λιχτενστάιν (2), που έχουν δεχθεί τρία ή περισσότερα γκολ σε επίσημο αγώνα στο ημίχρονο από τη «σκουάντρα ατζούρα» από τον Οκτώβριο του 2005!
Το δεύτερο ημίχρονο ξεκίνησε με (επιβεβλημένες) αλλαγές, που πάντως επίσης δεν διόρθωσαν πολλά. Ο Σιώπης πήρε τη θέση του Κουρμπέλη, αλλά παραδόξως και ρόλο αρκετά ψηλά στο γήπεδο, ενώ ο Μαυρίας αντικατέστησε τον Κολοβό, με τον Ζέκα να έρχεται στον άξονα και το σύστημα πλέον να είναι 5-4-1.
Ο ρυθμός ήταν σαφώς χαμηλότερος, με τους Ιταλούς να κάνουν συντήρηση δυνάμεων και να μην επιτίθενται εξίσου κυριαρχικά όσο στο πρώτο μέρος. Από την άλλη η Εθνική δεν κατάφερε ούτε τώρα να κρατήσει τη μπάλα και αναλώθηκε στη μάταιη προσπάθειά της να κυνηγήσει τους Ιταλούς.
Η πρώτη καλή στιγμή για τους φιλοξενούμενους ήταν στο 74’, με τον Ινσίνιε να βρίσκεται απέναντι από τον Μπάρκα, αλλά ο τελευταίος άπλωσε ωραία το σώμα του κι αποσώβησε το 0-4.
Η Εθνική μέτρησε όλη κι όλη μια καλή στιγμή στο παιχνίδι, λίγα λεπτά αργότερα (77’), ως απότοκο της χαλάρωσης που αναπόφευκτα κυρίευσε το παιχνίδι των Ιταλών. Μασούρας και Φορτούνης βρέθηκαν στην αντεπίθεση 2vs1 με τον Μπονούτσι, αλλά ο πρώτος δίστασε να πλασάρει απέναντι από τον Σίριγκου, προσπάθησε να γυρίσει στον συμπαίκτη του στον Ολυμπιακό και οι κόντρες έφεραν τη μπάλα στα πόδια του επερχόμενου Σιώπη, που σούταρε πολύ ψηλά άουτ…
Ως το φινάλε χρειάστηκαν οι επεμβάσεις του Μπάρκα στο 86’ στο σουτ του Φλορέντσι και στο 89’ σε αυτό του Ινσίνιε, ώστε το σκορ να μην ανοίξει κι άλλο, απογοητεύοντας ακόμα περισσότερο το κοινό.